Αν θέλει κάποιος να μιλήσει και πολύ περισσότερο να γράψει για το ρεμπέτικο χωρίς πρώτα να έχει ακούσει εκατοντάδες τραγούδια και χωρίς να έχει διαβάσει κάμποσες κοινωνιολογικές μελέτες είναι στην καλύτερη περίπτωση αδόκιμο και στην χειρότερη επικίνδυνο. Φόβος λοιπόν να μας περιβάλλει λόγω μιας πιθανής «ακαδημαϊκής» ανεπάρκειας. Ίσως όμως έτσι να έχει παραπάνω αξία...Εδώ που τα λέμε το ρεμπέτικο πάνω απ'όλα είναι αυθεντική και αυθόρμητη έκφραση και όχι πολύπλοκη επιστημολογία, άρα... θα το προσπαθήσουμε.
Ρέμβομαι κατά την αρχαιότητα(και ρέμπομαι κατά το μεσαίωνα-ρήμα που απαντά και στον Ερωτόκριτο) σήμαινε γυρίζω, ρεμβάζω, υπερηφανεύομαι. Ωραία λοιπόν βρήκαμε την προέλευση της λέξης αν και δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν πως είναι πιθανότερο να προέρχεται από το τούρκικο «Rebet Asker», έκφραση που άλλωστε έχει περάσει και στη γλώσσα μας και υποδεικνύει το άναρχο τσούρμο. Με τις δύο πιθανές «ταυτότητες» αντικριστά τη μια στην άλλη φτάνουμε στο συμπέρασμα πως οι ρεμπέτες θα πρέπει να είχαν κάτι το περιθωριακό αλλά και κατά κάποιο τρόπο μποέμικο στην όλη συμπεριφορά τους. Είναι όμως έτσι; Ναι μάλλον θα ήταν μια φυσική απάντηση.
Ο χρόνος λοιπόν που το συγκεκριμένο είδος μουσικής κάνει την εμφάνισή του μπορεί να οριστεί στα μέσα της δεκαετίας του 1920. Σε μια παραγωγική «μίξη» του Προσφυγικού στοιχείου από τη Μικρασιατική Καταστροφή και του ντόπιου πληθυσμού που είχε αυξηθεί στις μεγάλες πόλεις λόγω της ανάπτυξης του φαινομένου της αστυφιλίας γεννιέται το ρεμπέτικο τραγούδι. Το νεαρό δημιούργημα περιλαμβάνει αποχρώσεις από τη δημοτική και τη βυζαντινή μουσική αλλά και πλήρως καινοτόμα ψήγματα. Η φυλακή, οι τεκέδες αλλά κάποιες ταβέρνες(κυρίως στην Κοκκινιά) είναι οι πρώτες εστίες στις οποίες εκκολάπτεται. Να που όμως στην επόμενη δεκαετία, με την εμφάνιση της ξακουστής «Τετράδας του Πειραιά» στην οποία δεσπόζει ο εμβληματικός Μάρκος Βαμβακάρης, το ρεμπέτικο βγαίνει από το περιθώριο και μπαίνει στην δισκογραφία. Έπειτα έρχεται η δικτατορία του Μεταξά, ο πόλεμος αλλά και νεώτεροι συνθέτες στο προσκήνιο(είναι η ώρα του Βασίλη Τσιτσάνη) και οι συνθήκες αλλάζουν. Βέβαια αυτή η αλλαγή μπορεί να μην επηρεάζει την ποιότητα των τραγουδιών που γράφονται, επηρεάζει όμως το ευρύτερο φάσμα των δημιουργών. Ιδίως με την άνοδο των«Αρχοντορεμπέτικων»(τραγούδια με πάνω κάτω ίδιες μουσικές συνταγές αλλά με θεματολογία αρκετά πιο ανάλαφρη- κυρίως τον έρωτα) οι παλιοί ρεμπέτες και ο ιδιότυπος τρόπος ζωής τους εκλείπουν. Τις περισσότερες φορές μάλιστα δυσκολεύονται και να επιβιώσουν.
ΕΠΙΚΡΙΤΕΣ-ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΕΣ ΟΥΣΙΕΣ
Αν και ο κώδικας ζωής και τιμής των ρεμπετών υπαγόρευε πως δεν πειράζουν κανέναν(ενώ έτρεφαν μεγάλο σεβασμό τόσο προς το φίλο ,τη γυναίκα και τη μάνα), οι ίδιοι αλλά και η μουσική τους δέχθηκαν(και ακόμα δέχονται) πλήθος επιθέσεων. Πρώτα από συγκεκριμένη και διαχρονική ιδεολογία-κομματική θέση η οποία αποκήρυσσε το ρεμπέτικο ως περιθωριακή έκφραση η οποία δεν μπορούσε «να ενταχθεί στο απαραίτητο πλαίσιο της ταξικής πάλης»(σ.σ. Χριστός και Παναγία). Όμως και στο παρόν δεν λείπουν αυτοί που το κατακρίνουν. Υιοθετώντας ως «σημαία» το αυθαίρετο συμπέρασμα πως το ρεμπέτικο είναι απλά ένας εκθειασμός των ναρκωτικών το απορρίπτουν και παράλληλα σπεύδουν να πετάξουν γαρύφαλλα σε κάποια όρθια σκηνώματα που από την πολλή «εισπνοή» όχι τα τραγούδια που δήθεν ερμηνεύουν δεν θυμούνται αλλά ούτε και το όνομά τους(για να μην παρεξηγηθούμε δεν κατακρίνουμε κανένα είδος διασκέδασης- που είναι αποκλειστικό θέμα του καθενός- απλά αναφερόμαστε σε ορισμένους σύγχρονους κριτές- Φαρισαίους). Αν και οι ρεμπέτες θα μπορούσαν να θεωρηθούν ανάλογοι των «Καταραμένων Ποιητών» (Μποντλέρ, Ρεμπό) ή ακόμα και του Νίκου Καββαδία που στα ποιήματά τους οι ουσίες που προκαλούν παραισθήσεις έχουν ξεχωριστή θέση σαφώς και δεν χρειάζονται τη δική μας υπεράσπιση. Κρατώντας το δεδομένο πως σε μια κοινωνία πολύ διαφορετική από τη δική μας, γεμάτη φτώχια, δυσκολίες, κουτσαβάκηδες και νταήδες με λυμένα ζωνάρια και ρουφιάνους της αστυνομίας το γεγονός πως ο σχετικά «αθώος» αργιλές-συνήθεια της εποχής- αναφέρεται στα τραγούδια όπως και τόσες άλλες εκφάνσεις της καθημερινότητας ίσως δεν είναι και τόσο τρομερό. Οι ίδιοι άλλωστε οι ρεμπέτες μόνοι τους καταδίκαζαν τη χρήση της ηρωίνης, όταν απευθυνόμενοι στον τεκετζή που τους ετοίμασε λάθος τον αργιλέ λένε:«βρε τι νόμιζες πως έχεις τίποτα κορτάκηδες, μήτε πιτσιρίκια έχεις, μήτε και πρεζάκηδες»1.
Με το να συνδέει κανείς το ρεμπέτικο μόνο με τις ουσίες άλλωστε, χάνει πολλές από τις άκρως ενδιαφέρουσες προεκτάσεις του. Αν αφήσει στην άκρη τα τόσο υπέροχα ερωτικά τραγούδια που είναι σχετικά πιο γνωστά υπάρχει ακόμα η σάτιρα:«στου Λινάρδου την ταβέρνα βλέπεις πρόσωπα μοντέρνα...εκεί πάει ο Χατζημπάμιας ο Γαρδούμπας και ο Λάμιας»2,ή «τον ξέρετε μωρέ παιδιά της γειτονιάς το βλάμη, τον λένε μαχαλόμαγκα μυαλό δεν έχει δράμι»3, αλλά και την πάντα επίκαιρη κοινωνική κριτική:« όσοι γινούν πρωθυπουργοί όλοι τους θα πεθάνουν, τους κυνηγάει ο λαός απ'τα καλά που κάνουν»4.
Καθώς οι λέξεις πληθαίνουν και ο χώρος μειώνεται, κάνει πάλι την εμφάνισή του. Ο ίδιος φόβος και το ίδιο κόμπιασμα στο λαιμό. Ίσως να μην κατάφερες να γράψεις όσα ήθελες για το ρεμπέτικο. Το να περνάς στην πράξη από την θεωρία του πως τα είχες δομημένα στο νου δεν είναι εύκολο. Άλλωστε ποτέ δεν ήταν. Τι να προσθέσεις από εκεί και πέρα; O χώρος ήδη μειώθηκε κι άλλο. Φυσικά πρέπει να πεις πως το συγκεκριμένο είδος αποτελεί ένα ξεχωριστό γαλαξία μέσα στο πολύπλοκο σύμπαν του ελληνικού τραγουδιού που δυστυχώς ακολουθεί μια πορεία (αυτό)καταστροφής.
Είναι αυτό όμως αρκετό; Για σένα ρεμπέτικο είναι οι σπάνιοι στίχοι του Μάρκου: «δεν θα μας δει άλλος κανείς μόνο το φεγγαράκι, έβγα στο παραθύρι σου να σε χαρώ για να σε δω λιγάκι»5 ή «ξενοίκιασε το σπίτι σου κι έλα στη γειτονιά σου, όπως και πριν να σε θωρώ απ'τα παράθυρά σου»6 . Γνήσια έκφραση έρωτα μόλις σε 19-20 λέξεις. Αν και θα μπορούσαν να είναι ποιήματα του Δροσίνη, σονέτα του Μαβίλη ή πατινάδες του Λαπαθιώτη είναι ρεμπέτικα. Ρεμπέτικο είναι ακόμα ο γεμάτος παράπονο αμανές του Απόστολου Χατζηχρήστου στο Καϊξή7 και ο συγκλονιστικός (εφάμιλλος του Καρυωτάκη) στίχος του Ανέστου Δελιά που προοικονομούσε το πικρό του τέλος:«Τίποτα δε μ'απόμεινε στον κόσμο για να κάνω, αφού η πρέζα μ'έκανε στους δρόμους να πεθάνω»8. Ίσως αυτά να είναι λοιπόν ρεμπέτικο, ίσως ή μάλλον σίγουρα και πολλά άλλα...
1)Πέντε μάγκες του Περαία: Σκοπός άγνωστης προέλευσης που αργότερα εισήχθη από τον Γιοβάν Τσαούς
2)Στου Λινάρδου την Ταβέρνα: Σκωπτικό χασάπικο του Μικρασιάτη Παναγιώτη Τούντα ερμηνευμένο από το Δημήτρη Περδικόπουλο το 1932
3)Ο Μαχαλόμαγκας: Ζεϊμπέκικο του Βασίλη Τσιτσάνη το 1949 αργότερα ερμηνευμένο και από την Σωτηρία Μπέλλου
4)Όσοι γινούν Πρωθυπουργοί: Ζεϊμπέκικο του Μάρκου Βαμβακάρη το 1936
5)Χαράματα θα'ρθω:Μάρκος Βαμβακάρης-1937
6)Τα μπλε παράθυρα: Μάρκος Βαμβακάρης-1938 από τα κορυφαία ερωτικά ρεμπέτικα
7)Καϊξής: Ανατολίτικο του Απόστολου Χατζηχρίστου-1939
8)Ο πόνος του πρεζάκια: Το τραγούδι του Ανέστου Δελιά το 1934 που προφήτευε το θάνατο του ο οποίος ήρθε το 1942 καθιστώντας τον το μοναδικό θύμα της ηρωίνης στην ιστορία του ρεμπέτικου
*Tο τελευταίο video είναι απόσπασμα από την αριστουργηματική σειρά «Το μινόρε της αυγής» καθώς στο you tube ναι μεν υπάρχει αυθεντική εκτέλεση του τραγουδιού αλλά συνοδεύεται από ακραίες εικόνες.
Novibet ΕΠΑΘΑ με Super Προσφορά* Γνωριμίας* 21+ | ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ: ΕΕΕΠ | ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΘΙΣΜΟΥ & ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ | ΓΡΑΜΜΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΚΕΘΕΑ: 2109237777 | ΠΑΙΞΕ ΥΠΕΥΘΥΝΑ
SEAJETS Ταξιδεύουμε μαζί με το μεγαλύτερο στόλο ταχύπλοων παγκοσμίως σε 50 προορισμούς του Αιγαίου!
