Quantcast
NEWS
0 ΣΧΟΛΙΑ
ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:

Σε φόντο μπορντό

Μια χριστουγεννιάτικη ιστορία, λίγο διαφορετική από τις άλλες


Νέα Στοιχηματική
Μοναδικές Προσφορές* Γνωριμίας ELA όπως είσαι
*Ισχύουν όροι & προϋποθέσεις

Ποπ...ο ήχος της απότομης αφαίρεσης του φελλού από το μπουκάλι ακούστηκε σχεδόν παράφωνα μέσα στη συνηθισμένη ακολουθία ήχων του εργένικου διαμερίσματος.

Περίμενε δύο λεπτά και μετά σέρβιρε προσεκτικά μια μικρή ποσότητα στο κρυστάλλινο ποτήρι. Ένα βαθύ πορφυρό χρωματικό ποτάμι γέμισε το οπτικό του πεδίο καθώς πλησίασε για να το εξετάσει. Αμέσως μετά έφερε μια μικρή γουλιά από το παλαιωμένο μπορντό στο στόμα του. Παίρνοντας μια μικρή ανάσα πριν το καταπιεί ήρθε στο νου του η νοστιμούλα πωλήτρια της γνωστής κάβας από την οποία το είχε πριν λίγο αγοράσει. Ένας παράξενος μορφασμός είχε σπάσει το πρόσωπό της την ώρα που της ζήτησε τη συγκεκριμένη ετικέτα.

«Αν πήγαινα να αγοράσω ένα κρασί 800 ευρώ την εποχή του χρηματιστηρίου, των τζιπ και των πούρων, ούτε που θα μου έριχνε δεύτερη ματιά. Αλλά τώρα... » σκέφτηκε χαμογελώντας.

Η αλήθεια είναι πως είχε αποφασίσει εδώ και ένα μήνα να ανοίξει ένα Lafite Rothschild το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων. Η κρίση μπορεί να είχε φέρει μείωση στο μισθό του από τη τράπεζα αλλά τα νοίκια που εισέπραττε του έφταναν για να μην έχει επηρεαστεί δραστικά ο τρόπος ζωής του. Περισσότερο τον πείραζε η ευρύτερη μελαγχολία που είχε καταλάβει τους γύρω του.

Στη δεύτερη γουλιά έγειρε προς τα πίσω στη βαθιά πολυθρόνα, έκλεισε τα μάτια και προσπάθησε να αντιληφθεί τα αρώματα του εκλεπτυσμένου οίνου. Στο Ίντερνετ είχε διαβάσει πως θα έπρεπε να του βγάζει έντονα αρώματα κέδρου. «Πως στο διάολο μυρίζει ο κέδρος;» ρώτησε τον εαυτό του χωρίς να περιμένει απάντηση. Τότε θυμήθηκε έναν γευσιγνώστη που του είχε πει κάποτε πως τα αρώματα που δέχεται καθένας από ένα καλό κρασί είναι σε άμεση συνάρτηση με τα βιώματά του. «Αφού μεγάλωσα στην πρωτεύουσα και όχι σε κατάφυτα πευκοδάση ας προσπαθήσω πάλι» ήταν η επόμενή του σκέψη. Τρίτη γουλιά και νέα απόπειρα. Αυτή τη φορά λειτούργησε η μακρόχρονη παραμονή του Lafite στο βαρέλι. Μια έντονη παρουσία καπνού ήρθε να καταλάβει τους γευστικούς του κάλυκες. «Βιώματα...» το ειδικό βάρος της λέξης εμφανίστηκε για να στοιχειώσει το μυαλό του. Είπε με τη φαντασία να μεταφερθεί στο πρώτο σημείο που θα του υποδείκνυε το άρωμα του καπνού.

Δεν άργησε να βρεθεί μπροστά σε ένα τζάκι μέσα στο οποίο οι φλόγες έγλυφαν σταθερά ένα μικρό κορμό ελιάς. «Πήλιο, φοιτητική εκδρομή με το πανεπιστήμιο...τέτοιες μέρες σχεδόν μιάμιση δεκαετία πριν» όρισε μόνος του το σκηνικό που ο ίδιος είχε υποσυνείδητα επαναφέρει. Μια παρέα να διαφωνεί για τη δήλωση μετανοίας του Άρη Βελουχιώτη ανάμεσα σε χάχανα, πειράγματα, αλκοόλ και καπνούς από αμέτρητα τσιγάρα. Ο ίδιος ως μέλος της παρέας πιο πολύ άκουγε και χαμογέλαγε όπως συνήθιζε παρά μίλαγε. Δίπλα του ήταν εκείνη. Η μοναδική του σοβαρή σχέση. Ψηλή κι εντυπωσιακή με σφιχτό αθλητικό σώμα και δυο μεγάλα εκφραστικά μάτια που τον κοιτούσαν όλο τρυφερότητα. Τότε αναρωτιόταν αν ήταν η γυναίκα της ζωής του. Χρόνια μετά απλά τσακώθηκαν κι εκείνος πίστευε πως θα τον κυνηγήσει. Πάει κάμποσος καιρός που οι φωτογραφίες κοινών φίλων τους στο Facebook από το γάμο της του έδωσαν έστω και καθυστερημένα την απάντηση.

Σηκώθηκε απότομα για να διώξει το πλάκωμα στο στήθος που του δημιούργησε η απρόσμενη πλοήγηση στο παρελθόν.

Με το βλέμμα περιηγήθηκε στο ευρύχωρο σαλόνι του. Η στολισμένη μπρατσέρα σε κλίμακα ήταν η μόνη που υπονοούσε πως οι μέρες ήταν γιορτινές. Του είχε πάρει περίπου μισή ώρα να στολίσει στοιχειωδώς υποφερτά τη διπλή σειρά από κινέζικα λαμπάκια. Πότε του μπλέκονταν με τα ξάρτια, πότε είχε ξεκινήσει από λάθος σημείο και δεν έφταναν να καλύψουν το μπομπρέσο, ενώ παραλίγο με μια απρόσεκτη κίνηση να ξεκολλήσει και το πηδάλιο. Θυμήθηκε τη μακαρίτισσα τη μάνα του πως με ελάχιστες αρμονικές κινήσεις κατάφερνε να διανείμει τα φωτάκια ισομερώς στο σκελετό του ίδιου μικρού ξύλινου ιστιοφόρου. Πως τη θαύμαζε για αυτή της την χάρη...

Το πλάκωμα αν και όρθιος τον έπιασε πάλι. Πάτησε το κόκκινο κουμπί του τηλεκοντρόλ και μια μίξη εικόνας και ήχου από την πλάσμα ήρθε να του κάνει συντροφιά. Ένας μεγάλος σεισμός στην ανατολική Ασία είχε αφήσει πίσω του εκατοντάδες νεκρούς. Πάντα σε τέτοιου είδους καταστροφές κατέληγε στην ίδια σκέψη. Πως οι συγκεκριμένοι που είχαν χάσει τη ζωή τους μέχρι χτες σαν κι εκείνον θα έβλεπαν ή θα διάβαζαν παρόμοιες ειδήσεις βέβαιοι πως όλα αυτά συμβαίνουν στους άλλους μόνο. Άλλαξε άμεσα κανάλι. Σε ένα εορταστικό πρόγραμμα της κακιάς ώρας μια τηλεοπτική περσόνα γεμισμένη με τέσσερα σωληνάρια σιλικόνης ευχόταν «Παγκόσμια Ειρήνη, υγεία, χαρά για όλους και κυρίως για τους μοναχικούς ανθρώπους». «Α παράτα μας μωρή παρτόλα κι εσύ και οι κλισέ ευχές σου» μούγκρισε θυμωμένα και πάτησε πάλι το κόκκινο κουμπί.

Απεχθανόταν κάθε τι που ο ίδιος θεωρούσε τετριμμένο. Εδώ που τα λέμε τώρα τελευταία τον πείραζαν όλο και περισσότερα πράγματα. Ακόμα και η τηλεφωνική συνομιλία με τους παιδικούς του φίλους που τον πήραν για τις καθιερωμένες ευχές ανυπομονούσε να τελειώσει. Και φυσικά τις προτάσεις τους για να περάσει μαζί τους το συγκεκριμένο βράδυ τις αρνήθηκε ψελλίζοντας ελεεινές δικαιολογίες που και του ίδιου ακόμα του προκαλούσαν γέλιο. Δεν είναι ότι δεν τους ένιωθε πλέον κοντά του αλλά από τη στιγμή που παντρεύτηκε και ο τελευταίος οι μεταξύ τους συζητήσεις είχαν να κάνουν μόνο με την ανατροφή των παιδιών, τα δάνεια και τις δουλειές πράγματα που βαριόταν απίστευτα.

Ο πατέρας του είχε ξαναπαντρευτεί και οι σχέσεις τους ήταν εντελώς τυπικές, κάτι που βόλευε και τους δύο, αδέρφια δεν είχε (μια ξαδέρφη που ήταν πολύ κοντινή έλειπε διακοπές στο εξωτερικό) κι έτσι το να είναι μόνος σπίτι παραμονιάτικο του φάνηκε φυσικότατο. Οι συνάδελφοι είχαν κανονίσει τραπέζι σε ένα λαϊκό σχήμα για πιο αργά και τυπικά του είχαν πει να πάει αλλά ούτε τις μούρες τους ήθελε να βλέπει, ούτε τις οικογένειες τους άσε που τις πίστες τις απέφευγε από έφηβος.

Πλησίασε το ραδιόφωνο και πάτησε το on. Είχε μείνει στο Μελωδία γιατί τη προηγούμενη μέρα το Δεύτερο που άκουγε συνήθως είχε πάλι στάση εργασίας και έβαζε κλασική μουσική. «...μην ανάβεις το φως τράβα απλά τη κουρτίνα...» η γνώριμη σπαστική φωνή με τον εξίσου γνώριμο σκοπό τον ώθησε να μουρμουρίσει:«Ε καλά στανταράκι δε γίνεται να μη το βάλουν 12 φορές τη μέρα. Καημένο Νέο Κύμα που να το περίμενες ότι η εξέλιξη σου για ορισμένους θα ήταν κάτι τέτοιοι». Πάτησε άμεσα το play στο cd player λες και ήθελε να ξορκίσει το κακό. Η στριγκιάρικη φωνή του Μάρκου ήρθε να επαναφέρει τη μουσική ισορροπία στο χώρο: «Περνούσα και σ' αντίκριζα ψηλά στα παραθύρια...».

Γέμισε ξανά το ποτήρι και κινήθηκε προς τη βιβλιοθήκη. Πήρε τη Χριστουγεννιάτικη Ιστορία και τον Καπετάν Μιχάλη. Για κάποιον λόγο που δεν είχε ακόμα εξηγήσει ο Εμπενάιζερ Σκρουτζ και ο ομώνυμος με το βιβλίο ήρωας του Καζαντζάκη ήταν οι δυο αγαπημένες του μυθιστορηματικές προσωπικότητες. Μάλλον η δυσκολία του χαρακτήρα τους και η βαθιά τους τιμιότητα τον ενέπνεαν.

Άνοιξε παράλληλα και τα δύο χιλιοδιαβασμένα βιβλία σε τυχαίες σελίδες και βάλθηκε να περιηγείται πότε στη σκοτεινή Αγγλία του 19ου αιώνα και πότε στη τουρκοκρατούμενη Κρήτη. Μετά από λίγο τα βλέφαρά του βάρυναν άφησε τα βιβλία και ξάπλωσε στο καναπέ.

Παράξενες εικόνες ήρθαν τότε να τον καταλάβουν. Το Πνεύμα των Χριστουγέννων λέει, καβάλα στο θεριεμένο άτι του Αι-Μηνά πέρναγε τη πύλη του Μεγάλου Κάστρου και κάλπαζε σε χρυσοκόκκινες γαλλικές πεδιάδες γεμάτες νοτισμένα αμπέλια. Κι έπειτα σκοτάδι.....................................................................................................................................................

.............................................................................................................................................................................

Ο μεσόκοπος ψαρομάλλης ιατροδικαστής στάθηκε μπροστά στο καθρέφτη κι έφτιαξε τη γραβάτα του. Ο αντικαταστάτης του μόλις είχε έρθει και θα έπρεπε να βιαστεί αν ήθελε να φτάσει εγκαίρως. Παραδοσιακά το βράδυ των Χριστουγέννων πήγαινε με τη γυναίκα του στο σπίτι της αδερφής της για δείπνο. Σε γενικές γραμμές η μέρα του στη δουλειά ήταν ήρεμη κι οι διαγνώσεις αρκετά εύκολες. Ξαναέφερε στο μυαλό του τη τελευταία περίπτωση. Ο νεαρός είχε την ηλικία του μεγάλου του γιου. Ανακοπή λόγω υπερτροφικής μυοκαρδιοπάθειας ήταν το επίσημο πόρισμα. Σπάνια αλλά όχι ασυνήθιστη περίπτωση. Η περίσταση ήταν κάπως περίεργη. «Μόνος του στο σπίτι τέτοια μέρα, νέος άνθρωπος...σαν κλισέ σενάριο αποτυχημένου μελό» σκέφτηκε.

«Σιχαίνομαι τα κλισέ» μουρμούρισε και με δύναμη έκλεισε την εξωτερική πόρτα πίσω του.




Novibet ΕΠΑΘΑ με Super Προσφορά* Γνωριμίας* 21+ | ΑΡΜΟΔΙΟΣ ΡΥΘΜΙΣΤΗΣ: ΕΕΕΠ | ΚΙΝΔΥΝΟΣ ΕΘΙΣΜΟΥ & ΑΠΩΛΕΙΑΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ | ΓΡΑΜΜΗ ΒΟΗΘΕΙΑΣ ΚΕΘΕΑ: 2109237777 | ΠΑΙΞΕ ΥΠΕΥΘΥΝΑ

SEAJETS Ταξιδεύουμε μαζί με το μεγαλύτερο στόλο ταχύπλοων παγκοσμίως σε 50 προορισμούς του Αιγαίου!
ΜΟΙΡΑΣΟΥ ΤΟ ΑΡΘΡΟ:


ΣΧΟΛΙΑ
ΣΧΟΛΙΟΣΟΥ
ΕΠΟΜΕΝΟ